Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Γραμμή 13

Μια ζωή στο κέντρο. 
Την αγαπώ την Αθήνα. 
Μια ζωή διαδρομές με τρόλεϊ ,λεωφορεία και ηλεκτρικό. Πρώτα για το φροντιστήριο, μετά για το Πανεπιστήμιο και ύστερα για τη δουλεία. 
Και το κέντρο πρέπει να με αγαπάει γιατί με κράτησε κοντά του και τόσα χρόνια με κρυβοπαρακολουθεί να το χαζεύω, να το σχολιάζω, να κάνω πως δεν είναι εκεί, πίσω από ένα παράθυρο τρόλεϊ. Γραμμή 14 ή 13.
Το δεκατεσσάρι δεν έχει και τόση πλάκα. Σαν σοβαρός μεσήλικας περνά την Πατησίων , γεμάτο μα σχεδόν ποτέ υπερπλήρες. Δίνει στον επιβάτη χώρο και χρόνο. Να ακούσει το τραγούδι της ημέρας στο repeat ξανά και ξανά μέχρι να φτάσει, να γελάσει μόνος του με τα πρωινά αστεία από τον ραδιοφωνικό σταθμό ή να ζήσει την απόλυτη χαρά του αναγνώστη: διαδρομή και κεφάλαιο!! Αλήθεια, πόσες σελίδες, πόσα κεφάλαια και πόσα βιβλία να έχει δει? Με προτιμάει τώρα που περνάω την Καμύ φάση μου ή η φυσαρμόνικα του οχήματος δίπλωνε πιο χαρούμενα με τον Παμούκ, όλο το χειμώνα;
Το δεκατρία όμως..είναι αλλιώς. Δεν σε αφήνει να διαβάσεις, ούτε καν να βρεις χρόνο να τουιτάρεις ένα καλημέρα. Είναι ένας κόσμος ολόκληρος μέσα σε ένα τρόλεϊ. Ανάλογα με την περιοχή, ανάλογα με τις στάσεις, περνάνε μπροστά σου όλες οι φυλές των Ελλήνων αλλά και όλες οι φυλές του κόσμου. Στα ενδιάμεσα της διαδρομής , κάπου ανάμεσα σε Κολιάτσου και Σύνταγμα όλος αυτός ο κόσμος γίνεται ένα τρελό κουβάρι. Ο φοιτητής που αναζητά την αλήθεια του στο χίπστερ λούκ, η παλιά αριστοκράτισσα γιαγιά από την κυψέλη, ο ασκούμενος  δικηγόρος Κολωνακίου , οι νέγρες με τα απίθανα χτενίσματα και τα φωσφοριζέ μανό , οι πακιστανοί που αγχωμένοι χώνονται σε μια γωνία , μερικά κοριτσάκια με φερετζέ που πάνε σχολείο και μια γλυκιά κινεζούλα που απλά έχει χαθεί. 
Και αν δεν με πιστεύετε ρωτήστε και την Athens Voice- 188 στα 282 καλύτερα της πόλης ....

Η μαγεία δεν τελειώνει.  Δευτέρα με Παρασκευή κάθε διαδρομή είναι διαφορετική, καινούργια και τα πάντα αποκτούν άλλη προοπτική όταν πριν σου τραβήξει την προσοχή το "μητροπολιτικό" πλήθος, έχεις ξεκινήσει να διαβάζεις μερικές αράδες από τον "Ευτυχισμένο Θάνατο" και δέχεσαι μέσα σου το μικρόβιο του Αλμπέρ για το χρόνο , την ανάγκη του χρόνου για την ευτυχία, την ανάγκη του χρόνου για να ζήσει κάνεις,  άλλωστε "  όπως κάθε έργο τέχνης έτσι και η ζωή απαιτεί να την σκέφτεσαι". 
Κλείνεις για λίγο το βιβλίο, με το δάχτυλο για σελιδοδείκτη. Κοιτάς γύρω.. από πίσω γυναικείες φωνές, σε μια γλώσσα τόσο μα τόσο άγνωστη. Πλησιάζεις την πόρτα και πατάς το κουμπί για στάση. Το βιβλίο ακόμη εκεί, να κρέμεται σαν προέκταση του χεριού, το δάχτυλο σφηνωμένο στο σημείο που έμεινες. Μια Φιλιππινέζα σου χαμογελάει, ένδειξη ότι θα κατέβει και αυτή στην ίδια στάση. Αν δεν έφτανες, αν διάβαζες λίγο ακόμη θα μάθαινες πως ίσως μοιάζεις λίγο με τον ήρωα του βιβλίου. Γιατί η μέρα  έχει αρχίσει να ζεσταίνει , θερμοκρασία και χρώματα μαζί, η δική σου μέρα όπως και μέρα του "Μερσώ" μόλις "έσκασε σαν ώριμο φρούτο και, πάνω σε όλο τον κόσμο, κύλησε σαν ένας χλιαρός και πηχτός χυμός..." 




editors note: την πόλη μου την κουβαλάω μαζί και στις διακοπές μου , και αν καμία φόρα ξεχαστώ, χρειάζεται μονό ένα βιβλίο για να μου την φέρει πίσω. 
Παραθέτω μια παράγραφο από τις Νυχτερινές Πτήσεις του  Φώτη Γεωργελέ . Το διάβαζα σε μια άδεια παραλία στην Τζία και έκανε την καρδία μου να πεταρίσει για την επιστροφή και την επόμενη μου βόλτα στην πόλη 









*«Νυχτερινές Πτήσεις», Εκδ. Κέδρος,2008 
*φωτό από wexphotographic.com με επεξεργασία